πορτοκαλόχρους

πορτοκαλόχρους
-ουν, και πορτοκαλόχρωμος, -η, -ο, Ν
1. ο πορτοκαλής
2. το ουδ. ως ουσ. το πορτοκαλόχρουν
συνθετική ουσία που δίνει κατά την βαφή το χρώμα τού ώριμου πορτοκαλιού, αλλ. το πορτοκάλι («το πορτοκαλόχρουν τού μεθυλενίου»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πορτοκάλι + χρόος / χροῦς «χρώμα» (πρβλ. ροδό-χρους)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αστροφυσική — Κλάδος της αστρονομίας που εξετάζει τη χημική σύνθεση και τη φυσική κατάσταση των ουράνιων σωμάτων, τη θερμοκρασία και τη σύσταση της ατμόσφαιράς τους, την ένταση και την ανάλυση του φωτός τους και, γενικότερα, αναπτύσσει μεθόδους για την… …   Dictionary of Greek

  • κλιτοκύβη — (Clitocybe). Γένος μανιταριών, μικρής αξίας, που ανήκει στην υποδιαίρεση των βασιδιομυκήτων. Μερικά είδη με υπόλευκο χρώμα είναι επικίνδυνα για τον άνθρωπο, στον ίδιο βαθμό με τον αμανίτη τον μυϊοκτόνο. Όμως, οι περισσότερες κ. είναι εδώδιμες και …   Dictionary of Greek

  • πορτοκαλόχρωμος — η, ο, Ν βλ. πορτοκαλόχρους …   Dictionary of Greek

  • άδα — (ada). Ονομασία γένους μονοκότυλων φυτών της οικογένειας των ορχεϊδών, που περιλαμβάνει δύο μόνο είδη, ιθαγενή των Κολομβιανών Άνδεων. Είναι φυτά ποώδη, με μακρουλούς ψευτοβολβούς και άνθη που εμφανίζονται στην κορυφή ενός άφυλλου στελέχους. Από… …   Dictionary of Greek

  • διμορφοθήκη — Γένος ετήσιων (δ. η πορτοκαλόχρους) και πολυετών (δ. η πλουβιάλις) δικοτυλήδονων ανθόφυτων, της οικογένειας των συνθέτων. Η πρώτη κατηγορία έχει άνθη με ζωηρά χρώματα (κρεμ, πορτοκαλί, κίτρινο κλπ.) και η δεύτερη λευκά με μπλε στο κέντρο τους.… …   Dictionary of Greek

  • δισκομύκητες — (discomycetes). Τάξη μυκήτων (μανιταριών) της κλάσης των ασκομυκήτων. Είναι σαπροφυτικοί ή παρασιτικοί μύκητες, των οποίων τα καρποσώματα, δηλαδή οι ασκοί όπου παράγονται τα σπόρια, ονομάζονται αποθήκια. Τα αποθήκια είναι μικρότερα από 1 εκ.,… …   Dictionary of Greek

  • ημεροκαλλίδα — (Ηemerocallis). Ποώδη μονοκοτυλήδονα φυτά της οικογένειας των λειριιδών ή λιλιιδών. Περιλαμβάνει 6 είδη της κεντρικής Ευρώπης, της εύκρατης Ασίας και της Ιαπωνίας. Πολλές ποικιλίες που προέρχονται από διασταυρώσεις και επιλογή των άγριων ειδών… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”